Τετάρτη 20 Απριλίου 2016

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΠΑΥΛΟΣ ΚΑΙ Η ΚΥΠΡΟΣ


Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος καί ἡ Κύπρος

Μία πρώτη προσέγγιση

τοῦ

κ. Γιάννη Πεγειώτη, ἐκπαιδευτικοῦ.

Ἡ Κύπρος, ὁ Ἀπ. Βαρνάβας

καί ἡ μεταστροφή τοῦ Σαύλου


Ἀπόστολος Παῦλος, ὁ χαλκέντε

-

ρος φωτιστής τῆς Εὐρώπης καί

τῆς Ἀνατολῆς ἦταν ἔμμεσα συνδε

-

δεμένος μέ τήν Κύπρο καί τούς Κυπρίους.

Πρωταρχική καί κορυφαία ἡ

σύνδεσή του μέ τόν Ἀπόστολο

Βαρνάβα, παλαιό του γνώριμο

καί συνοδοιπόρο στίς ὁδούς τῆς

νεανικῆς μελέτης στίς ἐπιφανεῖς

σχολές καί τά διδακτήρια τῆς

ἐποχῆς.

Ὁ βιογράφος τοῦ Ἀποστόλου

Βαρνάβα, Κώστας Μυριανθέ

-

ας, ἀναφέρει: «Γνωρίζουμε πώς

ὁ Βαρνάβας μας ἦτο φίλος καί

συμμαθητής μέ τόν Σαῦλο ἀπό

τήν Ταρσό. Ὁ Βαρνάβας πολλές

φορές προσπάθησε νά γνωρίσει

τόν Σαῦλο μέ τόν Χριστό. Μά

ἐστάθη ἀδύνατο. Ὁ Σαῦλος ἦτο

χαρακτήρας ἄκαμπτος. Ἔμενε

προσκολλημένος στό ὄστρακο,

γύρω στόν Μωσαϊκό νόμο...».

Ὁ Υἱός τῆς Παρακλήσεως, ὁ

Βαρνάβας ὁ Κύπριος, παρα

-

στάθηκε στόν Ἀπόστολο Παῦλο καί στίς κρί

-

σιμες στιγμές τῆς μεταστροφῆς του, τίς ἡμέ

-

ρες ἐκεῖνες, τίς μετά τήν ἐπίσκεψη τοῦ Κυρίου

στόν δρόμο πρός τή Δαμασκό καί τό φοβερό:

«Σαούλ, Σαούλ, τί μέ διώκεις; Σκληρόν σοί

πρός κέντρα λακτίζειν». Ἡ μεταστροφή τοῦ

Ἀπ. Παύλου δέν ἔγινε ἐξ’ ὑπαρχῆς πιστευ

-

τή ἀπό ὅλους ἀνεξαίρετα τούς χριστιανούς.

Ἰδιαίτερα ὅσοι τόν γνώριζαν καί ἔζησαν

τόν Ἰουδαϊκό ζῆλο ἔναντι τῶν πρώτων χρι

-

στιανῶν καί τοῦ Πρωτομάρτυρα Στεφάνου.

Ἀντιμετώπισαν ἀρκετοί μέ σκεπτικισμό ὅσα ὁ

Ἀνανίας τούς βεβαίωσε.

Ὁ Ἀρχιμανδρίτης Φώτιος Κωνσταντινίδης

στό βιβλίο του «Ὁ Ἱδρυτής καί Προστάτης

τῆς Κυπριακῆς Ἐκκλησίας, Ἀπόστολος Βαρ

-

νάβας» μέ γλαφυρότητα καί ἀκρίβεια περι

-

γράφει τή συμβολή τοῦ ἐκλεκτοῦ τέκνου τῆς

Κύπρου στήν ἄρση τῶν ἀμφιβολιῶν καί τήν

ἀποδοχή τοῦ Ἀποστόλου Παύλου στήν Πρώ

-

τη Ἐκκλησία: «Τόση δέ ἦτο

ἡ ἐπίδρασίς του ἐπί τῶν Ἀπο

-

στόλων καί γενικῶς τῆς πρώ

-

της Ἐκκλησίας, ὥστε αὐτός

ἐπέδρασε καί ἐγένετο μεσίτης

ὅπως οἱ Ἀπόστολοι δεχθῶσι τόν

Μέγα Παῦλον. Ὁ Παῦλος ἦτο

γνωστός διώκτης τοῦ Χριστια

-

νισμοῦ. Μάλιστα ὁ νεανικός

του ζῆλος καί ἐνθουσιασμός

τόν ὤθησαν, ὥστε νά λάβη ἐπι

-

στολάς ἀπό τούς ἀρχιερεῖς διά

νά πάη εἰς τήν Ἀντιόχειαν καί

νά φέρη δεδεμένους τούς ἐκεῖ

Χριστιανούς, ἵνα τούς βασανί

-

σει. Μά ἐν τῷ μεταξύ μεσολα

-

βεῖ τό ὅραμα τῆς Δαμασκοῦ (40

μ.Χ). Ὁ Κύριος ἐμφανίζεται εἰς

τόν Παῦλον. Ὁ Παῦλος ἀνα

-

γεννᾶται. Ἀπό ἀπηνής διώκτης

γίνεται διαπρύσιος ὀπαδός καί

κήρυξ τοῦ Θείου Ναζωραίου. Μά οἱ Χρι

-

στιανοί τόν θεωροῦν ὡς ἄπιστον καί ἐξωμό

-

την. Δέν εἶχον ἐμπιστοσύνην εἰς τούς λόγους

καί τάς διαθέσεις του. Εἶναι δυνατόν αὐτός

ὁ διώκτης καί φανατικός, ὁ ὁποῖος ἤρχετο

διά νά μᾶς συλλάβη καί νά μᾶς βασανίση νά

συνῆλθεν καί νά ἐπίστευσεν;»

Σ’ αὐτήν ἀκριβῶς τή στιγμή ἐμφανίζεται καί

ἐπεμβαίνει ὁ Βαρνάβας, ὁ ὁποῖος ἐκ μικρᾶς

ἡλικίας ἐγνώριζε τόν Παῦλο. Ὁ γλαφυρός

συγγραφέας συνεχίζει ὑπομνηματίζοντας τήν

τεράστια συμβολή ἑνός ἐκλεκτοῦ τέκνου τῆς

Κύπρου στή θεμελίωση τῆς Ἐκκλησίας καί

στήν ἐνδυνάμωση καί ἐπέκταση τοῦ κηρύγ

-

ματός της: «Μεσιτεύει λοιπόν ὁ Βαρνάβας

μεταξύ Παύλου καί Ἀποστόλων. Ὁ Παῦλος

γίνεται δεκτός. Ἔτσι ὁ Βαρνάβας μέ τήν

ἐνέργειαν του αὐτή προσφέρει ἀνεκτιμήτους

ὑπηρεσίας εἰς τήν Ἐκκλησίαν, δεδομένου ὅτι

ὁ Παῦλος θά καταστῆ ἐν τῷ μέλλοντι ὁ μεγα

-

λύτερος τοῦ Χριστιανισμοῦ κήρυξ καί Ἀπό

-

στολος».

Ὁ Ἀπ. Παῦλος καί ὁ Κύπριος

Ἀπ. Βαρνάβας στόν ἀμπελώνα τοῦ Κυρίου.

Ὅταν μέ τόν καιρό καί τίς συνεχεῖς συνομι

-

λίες καί τούς διαλόγους ἤρθησαν οἱ ὅποιες

ἐπιφυλάξεις, ὁ Σαῦλος(Ἀπόστολος Παῦλος),

ἄρχισε τά συστηματικά κηρύγματα καί τίς

διδακτικές συνομιλίες. Συνομιλοῦσε καί μέ

τούς ἑλληνίζοντες καί τούς ἑλληνόφωνους

Ἰουδαίους. Ἐκεῖνοι ὅμως οἱ τυφλωμένοι καί

θρασεῖς, συμβούλια ἐποιοῦσαν, τρόπον νά

βροῦν διά νά σκοτώσουν τόν νέο εὐρημαθῆ

ἀκόλουθο τοῦ Χριστοῦ. Τό κατάλαβαν οἱ

Χριστιανοί καί ὁ συνετός Ἀπόστολος Βαρ

-

νάβας μερίμνησε μαζί τους νά ἀποσταλεῖ μέ

συνοδεία καί ἀσφάλεια στήν Καισάρεια κατά

πρῶτο καί κατόπιν στήν Ταρσό τήν πατρίδα

του. Καί πάλιν ἡ Κύπρος διά τοῦ ἐκλεκτοῦ

της τέκνου στηρίζει τόν Ἀπόστολο Παῦλο.

Ἦταν ὄντως μεγάλοι οἱ διωγμοί καί οἱ δυσκο

-

λίες πού ὑπέστησαν οἱ Χριστιανοί ἐκείνη τήν

πρωτοχριστιανική περίοδο. Ἔφευγαν τά τέ

-

κνα τοῦ Χριστοῦ μακριά διά νά σωθοῦν καί

ἔφθασαν μέχρι τήν Κύπρο, τήν Ἀντιόχεια καί

τή Φοινίκη. Ἐκεῖ ἐκήρυτταν τόν Χριστό μό

-

νον στούς Ἰουδαίους. Στήν Ἀντιόχεια μερικοί

Κυρηναῖοι καί Κύπριοι ἐκήρυτταν κιόλας τόν

Χριστό ὡς τόν Κύριο καί Σωτήρα ἡμῶν στούς

ἑλληνόφωνους Ἰουδαίους.

Σ’ αὐτή τήν περιπέτεια, πού ἔφυγαν ἀπό τά

Ἱεροσόλυμα καί ἦρθαν πολλοί Χριστιανοί

στήν Ἀντιόχεια νά ἀποφύγουν τίς κακίες τῶν

φανατικῶν Ἰουδαίων, ὁ Κύριος ἦταν μαζί

τους. Ἦταν πολλοί οἱ κάτοικοι τῆς Ἀντιό

-

χειας, πού ἔχοντας ἀγαθή τήν καρδία δέχτη

-

καν τόν Ἰησοῦ γιά Κύριο καί Θεό τους, στή

-

ριγμα πολυαγαπημένο. Ἐπίστευσαν μέ ὅλη

τους τήν ψυχή καί τήν ὕπαρξη. Ὅλες αὐτές

τίς ὁδοιπορίες καί τά ταξίδια σωτηρίας τῶν

Χριστιανῶν στήν Ἀντιόχεια, τή Σαλαμίνα τῆς

Κύπρου καί τῆς Φοινίκης, τά μάθαιναν στήν

Ἐκκλησία τῶν Ἱεροσολύμων. Ἔτσι ἀποφάσι

-

σαν νά ἀποστείλουν ἐκεῖ τόν Υἱόν τῆς Παρα

-

κλήσεως, τόν Ἀπόστολο Βαρνάβα.

Ὤ πόσον ὄμορφα περιγράφει αὐτή τήν ἀπο

-

στολή τό βιβλίο τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστό

-

λων: «ἠκούσθη δέ ὁ λόγος εἰς τά ὦτα τῆς

ἐκκλησίας τῆς ἐν Ἱεροσολύμοις περί αὐτῶν,

καί ἐξαπέστειλαν Βαρνάβαν διελθεῖν ἕως

Ἀντιοχείας ὅς παραγενόμενος καί ἰδών τήν

χάριν τοῦ Θεοῦ ἐχάρη, καί παρεκάλει πάντας

τῇ προθέσει τῆς καρδίας προσμένειν τῷ Κυ

-

ρίῳ». Κατόπιν ὁ δίκαιος, ὁ ἀγαθός ἄνθρωπος

καί πλήρης Πνεύματος Ἁγίου καί πίστεως

Βαρνάβας περπάτησε μέχρι τήν Ταρσό γιά νά

συναντήσει τόν Σαῦλο. Ἀφοῦ τόν συνάντησε

μᾶλλον στήν πατρική του οἰκία τόν ἔπεισε νά

μεταβοῦν στήν ἀκμάζουσα χριστιανική Ἀντι

-

όχεια. Ἐκεῖ μετεῖχαν μέ ἀγάπη καί χαρά πολ

-

λή γιά ἕνα ἔτος σ’ ὅλα τά ἔργα καί τίς συνά

-

ξεις τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας καί δίδαξαν μέ

τό χάρισμα τοῦ λόγου καί πολλοί Ἀντιοχεῖς

ἐπίστευσαν στόν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό.

Στήν Ἀντιόχεια γνώρισε ὁ Ἀπόστολος

Παῦλος καί τούς ζηλωτές Κυπρίους κήρυ

-

κες, τούς Χριστιανούς πού μετοικοῦντες ἀπό

τά Ἱεροσόλυμα δέν ξέχασαν τόν Χριστό, τήν

Ἐκκλησία καί τή διδασκαλία Του. Ἐδῶ στήν

Ἀντιόχεια κατά τήν περίοδο πού δίδασκε ὁ

Βαρνάβας καί ὁ Παῦλος ὀνομάστηκαν οἱ τοῦ

Κυρίου μαθητές καί ἀκόλουθοι, χριστιανοί.

Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος προτοῦ ἀκό

-

μη ἀκολουθήσει τόν θαλάσσιο δρόμο πού θά

τόν ὁδηγοῦσε στήν Κύπρο καί τήν ἵδρυση

τῆς Ἐκκλησίας τοῦ νησιοῦ εἶχε ἤδη γνωρίσει

τό ἦθος, τήν ἀρετή τήν παράκληση στόν βίο

ἐκλεκτῶν Κυπρίων χριστιανῶν. Πρῶτος τῶν

Κυπρίων ἀδελφῶν πού γνώρισε στό πρόσω

-

πό του τήν ἀγαπητική καρδία τῶν ἀνθρώπων

τοῦ νησιοῦ, ὁ Ἀπόστολος Βαρνάβας, ὁ ἐκλε

-

κτότερος καί συνετότερος τῶν Κυπρίων.

Αὐτή ἦταν μία ἀπό τίς ὄψεις τοῦ μεγάλου

θέματος τῆς συναντήσεως τοῦ Ἀποστόλου

Παύλου μέ τήν Κύπρο καί τούς ἀνθρώπους

της στό διάβα τῆς ἱστορίας.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου