Κυριακή 4 Μαρτίου 2018

"Ο Ευαγόρας ο Παλληκαρίδης γιε μου επέρασεν πολλά στα σιέρκα τους..."

"Ο Ευαγόρας ο Παλληκαρίδης γιε μου επέρασεν πολλά στα σιέρκα τους..."


"Μα πάρα πολλά παιδίν μου...
 
Τζιαι ο Λισανής εβασανισεν τον παφης τον επκιάαν εις το δάσος.
Ο Λισανής με τον άππαρον τζιαι το νάμιν.
Εδερνεν έναν παιδιν κελεπσιασμένον.


Τούτη ήτουν η αντρεία τούτους τους κουρσάρους...
 

Ύστερις εις την Πάφον εις το Δασούιν αγνώριστον τον εκάμασιν.

Άμαν ήρτεν ο τζιύρης του να τον δει εν εδείκλαν πάνω να τον δει να λυπηθει.  "Δείκλα πάνω γιε μου να δω ήνταλος σε εκάμαν".

Ύστερις αναλάβαν εις την Χώραν οι ανακριτες της Ομορφίτας.

Ήτουν πολλοι ξακουστοι εις τες αποικίες.
Πέλα σέλα επέρναν τους για τούτες τες δουλειές.


Κεντηρίωνες γιε μου.


Βάσανος τζιαι σταύρωσις.

Ανομολόητα μαρτύρια.

Τζι ήτουν μιτσης γιούλη μου μα άντεξεν.
Τρεις τζιαι τέσσερεις πασσέναν παιδίν.

Άκουα τον που πόνεν μα ακούα τζιαι την αδρωπκιαν του την βαρετήν.

Παλληκαρίδην τον ελαλούσαν λεβέντης ήτουν.

Εγεματώνναν τον τζιαι αννοίαν το ουίσκιν τζιαι πίνναν μες το γραφείον.
 

Έπκιαεν ο γέρος το κρασιν να γείρει μες τα ποτήρκα.
Εφάνειν έναν σημάιν πάνω της παλάμης του.
"Ήνταμπον τούτον θκειε ;" αρώτησεν ο σηρβιτόρος π άκουεν ξηστικός.
"Εν τα σημάθκια του Μάρλοου".

Άμαν εμέθκιαν άφτεννέν τσιάρους βήρα.
Ταψούθκια εν είσιεν μες τα ανακριτήρια.
 

"Μα σουν τζιαμε θκειε;  Ήσουν κοντά του;"
 

"Έτυχεν γιε μου.  Έτυχεν..."
 

"Εν αλήθκεια πως ετραούδαν τζιαι εψαλλέν;"
 

"Ο Ευαγόρας είσιεν γλυτζιαν φωνήν. Τες νύχτες μες τα γέματα εκρολοούμουν τον.  "Τη υπερμάχω..." εψαλεν σιανά παραπονεμένα. Ύστερις τον Ύμνον μας του Σολωμου
ΑΓΑΠΑΝ ΤΗΝ ΠΟΛΛΑ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΝ ο λεβέντης"
 

"Εν αλήθκεια σου θκειε αγάπαν την".
 

Σε μια δίκην επέρναν μας πολλους μαζι μες τ αυτοκίνητον το φυλακομένον.  Είδεν τα σιέρκα μου.
"Άντεξες ρε χώρκανέ.  Εν ελεύτερα τωρα τα σιέρκα σου.  Τζι αήστους να νομίζουν.  Μεν φοάσε."


Εν είπα τιποτε.  Εχαμογέλασα τζιαι εκλαια νάκκουριν.  Τζειν' το γελοκλαμαν ήτουν γρουσος τζιαι βαρσαμον...

"Μεν φοασαι ρε.  Εν να πάμεν εις την Μάναν μας!"

Τζιαι τζει ψηλά εις τους αγγέλους.

Εν έχω φοον πκιον Ευαγόρα.  Που να την έβρουν τη ψυσιήν μας να της τζιησουν.


Υστερις που τούν' τους λόους ο καφενες έπλεεν μες το Φως...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου